espa gr

Διαταραχές ούρησης

Διαταραχές ούρησης

Στη λειτουργία της ούρησης, εκτός από την ουροδόχο κύστη, την ουρήθρα και τον προστάτη, συμμετέχει και το νευρικό σύστημα δηλαδή ο εγκέφαλος, ο νωτιαίος μυελός και τα περιφερικά νεύρα. Για την διερεύνηση της διαδικασίας ούρησης θα χρειαστούν εξετάσεις όπως το διακοιλιακό υπερηχογράφημα ΝΟΚ, διορθικό υπερηχογράφημα προστάτου, ουροροομετρία και σε μερικές περιπτώσεις ουροδυναμικός έλεγχος.

diatarakesourisis

Το παρακάτω ερωτηματολόγιο (IPSS) είναι σημαντικό για τον προσδιορισμό της συμπτωματολογίας που εμφανίζει ο ασθενής και δίνει μία κατεύθυνση στον ιατρό για τη διάγνωση. Όταν, λοιπόν, ο ασθενής εμφανίζει σκορ 1-7 λέμε ότι έχει ήπια συμπτωματολογία, όταν είναι 8-19 είναι μέτρια, ενώ όταν είναι 20-35 είναι σοβαρή. Η απάντηση όμως που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η τελευταία και δείχνει το πόσο έχει επηρεάσει η ούρηση του την ποιότητα ζωής του. Αυτός είναι ένας παράγοντας που πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν ο ιατρός ακόμα και αν οι εξετάσεις δεν δείχνουν να έχουν επηρεαστεί τόσο.

metrisi0ipoleimatos

Παράγοντες που επηρεάζουν την ούρηση:

  1. Μέτρηση του κυστικού τοιχώματος (DWT): Το τοίχωμα της ουροδόχου κύστεως φυσιολογικά δεν πρέπει να ξεπερνά τα 2,9mm (Grade 1).

Όταν είναι μεγαλύτερο υπάρχει υπερλειτουργία της κύστεως, είτε ιδιοπαθής, είτε λόγω νευρογενούς αιτιολογίας, είτε λόγω απόφραξης. Κύρια λειτουργία της ουροδόχου κύστεως είναι να αποθηκεύει τα ούρα μεταξύ δύο ουρήσεων. Όταν ο εγκέφαλος της δίνει σήμα, τότε κάνει σύσπαση και σπρώχνει τα ούρα προς τα έξω. Σε περίπτωση που υπάρχει όμως υποκυστικό κώλυμα και προκειμένου να καταφέρει το στόχο της σπρώχνει με μεγαλύτερη δύναμη και έτσι με τον καιρό παχαίνει το τοίχωμα της (Grade 2). Στο στάδιο αυτό, ο ασθενής αναφέρει συχνουρία, νυχτουρία και επιτακτικότητα.

Εάν το κώλυμα δεν αποκατασταθεί και συνεχιστεί για χρόνια, η κύστη θα περάσει στο στάδιο της ανεπάρκειας, οπότε παρατηρείται λέπτυνση του τοιχώματος σε συνδυασμό μεγάλο υπόλειμμα ούρων μετά την ούρηση (Grade 3). Έτσι ο ασθενής αναφέρει συχνουρία, νυχτουρία, μειωμένη ροή ούρων και αίσθημα ατελούς κένωσης της κύστεως.

 

       2. Μέτρηση του ύψους του μέσου λοβού το προστάτη (IPP):

  • 1ου βαθμού: <5mm. Στο στάδιο αυτό, ο μέσος λοβός είναι μικρός και ο ασθενής δεν αντιλαμβάνεται ακόμα συμπτώματα.
  • 2ου βαθμού: 5-10mm. Στο στάδιο αυτό, ο ασθενής αντιλαμβάνεται συμπτώματα όπως συχνουρία, νυχτουρία, δυσκολία στην έναρξη της ούρησης, μειωμένη ροή ούρων, διακοπτόμενη ούρηση και αίσθημα ατελούς κένωσης της κύστεως.
  • 3ου βαθμού: >10mm. Στο στάδιο αυτό, ο ασθενής αντιλαμβάνεται τα συμπτώματα πιο έντονα και υπάρχει κίνδυνος επίσχεσης ούρων σε περίπτωση αναβολής της ούρησης. Στο ενδεχόμενο αυτό, αφού πρώτα μπει καθετήρας για την κένωση της κύστεως, τότε προγραμματίζεται για διουρηθρική προστατεκτομή, καθώς ακόμα και να βγει ο καθετήρας, η επίσχεση θα ξανασυμβεί.

 

 

       3.Καμπύλη ροής ούρων: μία φυσιολογική ούρηση πρέπει να έχει μορφή καμπύλης (καμπάνας) και ροή τουλάχιστον 15ml/sec.

 

paragontes0ourisis
stenoma ourithras

Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε σε περίπτωση απόφραξης η καμπύλη υφίσταται αλλά είναι χαμηλή και πεπλατυσμένη. Σε περίπτωση όμως  στενώματος ουρήθρας, δεν υπάρχει καμπύλη και η ροή είναι ευθεία γραμμή. Όσο πιο χαμηλή είναι η ροή τόσο πιο στενή είναι η ουρήθρα.

4) Μέτρηση υπολείμματος ούρων μετά την ούρηση: η μέτρηση πρέπει να είναι <100cc εντός της ουροδόχου κύστεως. Σε περίπτωση που είναι μεγαλύτερο θα πρέπει να τοποθετηθεί καθετήρας και ο ασθενής θα πρέπει να παραπεμφθεί άμεσα για χειρουργική αποκατάσταση. 

Εάν το υπόλειμμα των ούρων είναι >440ml, ο ασθενής χρήζει ουροδυναμικού ελέγχου για να διαπιστωθεί εάν θα υπάρξει βελτίωση μετά. Εφόσον ο ουροδυναμικός έλεγχος δείξει ότι η κύστη δεν έχει συσταλτικότητα η TURP έχει πιθανότητα 50% να μην είναι επιτυχής.

Θεραπευτική προσέγγιση

Για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της απόφραξης χορηγούνται φάρμακα που ανοίγουν τον αυλό της ουρήθρας (a blockers), φάρμακα που μειώνουν τον όγκο του προστάτη (Finasteride, Dutasteride) ή και συνδυασμός τους. Για την αντιμετώπιση της επιτακτικότητας χορηγούνται παρασυμπαθηκολυτικά φάρμακα που μειώνουν την ένταση της σύσπασης του εξωστήρα μυός της ουροδόχου κύστεως. Σε περίπτωση που δεν αποδώσει η φαρμακευτική αντιμετώπιση, ο ασθενής θα πρέπει να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση διουρηθρικής προστατεκτομής (TURP-TURIS).

Σε περίπτωση στενώματος ουρήθρας, εξ αρχής ο ασθενής παραπέμπεται σε χειρουργική επέμβαση ουρηθροτομής.